- νεοδύμιο
- Χημικό στοιχείο με σύμβολο Nd. Ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος, στην οικογένεια των Λανθανιδών. Έχει σύμβολο, ατομικό αριθμό 60, ατομικό βάρος 144,27 και επτά ισότοπα. Απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1885 από τον Άουερ φον Βέλσμπαχ (1858 – 1929) με κλασμάτωση του διδυμίου (μείγμα ν. και πρασεοδυμίου). Είναι μέταλλο ασθενώς ραδιενεργό, τήκεται στους 1.040°C με σημείο μετατροπής τους 868°C. Παρασκευάζεται με ηλεκτρόλυση των τετηγμένων αλογονούχων ενώσεων ή με θερμοαναγωγή με αλκαλικά μέταλλα· οξειδώνεται στον αέρα και προσβάλλεται βραδέως από το νερό. Σε όλες τις ενώσεις του συμπεριφέρεται ως τρισθενές μέταλλο· τα διαλύματα όλων σχεδόν των αλάτων είναι παραμαγνητικά. Τα ερυθρο-ιώδη άλατά του χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ειδικών γυαλιών και σμάλτων.
* * *τοχημ. μεταλλικό χημικό στοιχείο μετάπτωσης, με σύμβολο Nd και ατομικό αριθμό 60, το οποίο ανήκει στη σειρά τών λανθανιδών τής ΙΙΙb ομάδας τού περιοδικού συστήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. neodyme (< νε[ο]-) + -dymium < didymium (< δίδυμος)].
Dictionary of Greek. 2013.